ζαβός = χαζός
λωλός = τρελός
ξεντέρης = ψηλός
μαυροτσούκαλο = μαυρισμένος απ’ τον ήλιο ή με σκούρο δέρμα
λάμια = η κακιά γυναίκα
τσαούσα = η γυναίκα που καυγαδίζει
σουρομυξιάζω = φυσάω τη μύτη μου σαν όταν κλαίω ή έχω συνάχι
ασύστατος = ο άστατος
κωλομούντα = όταν έχει φουρτούνα...το ρήμα είναι “κωλομουντάρω”, νομίζω δεν χρειάζεται να το εξηγήσω αν σκεφτεί κανείς πως άμα κουνάει πολύ ένα πλοίο ότι βρίσκεται μέσα του χάνει εντελώς την ισορροπία του...οπότε κάποιος αρπάζεται απ’ τον ίδιο του τον πωπό...
μπροστόβαρος = αυτός που έχει τροφαντή κοιλίτσα και γέρνει μπροστά εξ αιτίας της...
πισώβαρος = αυτός που έχει τροφαντό πωπό και...
στραβοκάνης = αυτός που έχει στραβές γάμπες...
ζεβλοκάνα = γυναίκα με πολύ αδύνατες γάμπες
ζαβοπουλάδα = η αφελής γυναίκα
κοκοράκι = ο νεαρός που το παίζει γκόμενος
λυσάρα = αυτή που την πέφτει στους άντρες ξεδιάντροπα
κλασμένος και χεσμένος = ο φοβιτσιάρης
σπιούνος = ο προδότης
σαλτάρω = πηδώ
άλλη φορά τα άλλα...