Μου αρέσει ο Ρίτσος. Το πιο αγαπημένο μου δικό του ποίημα είναι το «Όταν Έρχεται ο Ξένος». Επίσης μου αρέσει όπως απαγγέλλει ο Ρίτσος. Πολύ! Η όμορφα ανέκφραστη φωνή του μού ‘ρχεται και τώρα που γράφω εδώ, πεντακάθαρη στο μυαλό μου:
[...] ήρθε Εκείνος, ακάλεστος, ξένος – τί ζητούσε;
Εμείς δε θέλαμε να δούμε, ν’ ακούσουμε, να τον αναγνωρίσουμε.
Α! τι ωραίο!
))
Πάντοτε λοιπόν υπήρχε για εμένα κάτι παρείσακτο στον Ρίτσο: η ποίησή του μου έμοιαζε κάπως.. γυναικεία. Ίσως αυτή μου η εντύπωση να οφείλεται στα έργα που έχει γράψει σε γυναικείο πρώτο πρόσωπο. Στην μελαγχολική «Σονάτα τού Σεληνόφωτος» μάς αφηγείται μέσα απ’ το στόμα μιας κυρίας προχωρημένης ηλικίας. Στον «Επιτάφιο» είναι μάννα που θρηνεί. Ή ακόμη: οι «Μαντατοφόρες».
Φυσικά, αυτό δεν αφαιρεί τίποτε από το μεγαλείο του. Είναι όμως μοναχά η εντύπωσή μου ή έχει πράγματι κάτι το γυναικείο η ποίησή του;
[...] ήρθε Εκείνος, ακάλεστος, ξένος – τί ζητούσε;
Εμείς δε θέλαμε να δούμε, ν’ ακούσουμε, να τον αναγνωρίσουμε.
Α! τι ωραίο!
Πάντοτε λοιπόν υπήρχε για εμένα κάτι παρείσακτο στον Ρίτσο: η ποίησή του μου έμοιαζε κάπως.. γυναικεία. Ίσως αυτή μου η εντύπωση να οφείλεται στα έργα που έχει γράψει σε γυναικείο πρώτο πρόσωπο. Στην μελαγχολική «Σονάτα τού Σεληνόφωτος» μάς αφηγείται μέσα απ’ το στόμα μιας κυρίας προχωρημένης ηλικίας. Στον «Επιτάφιο» είναι μάννα που θρηνεί. Ή ακόμη: οι «Μαντατοφόρες».
Φυσικά, αυτό δεν αφαιρεί τίποτε από το μεγαλείο του. Είναι όμως μοναχά η εντύπωσή μου ή έχει πράγματι κάτι το γυναικείο η ποίησή του;