Καινούριο, γυαλιστερό κυκλομυθάκι!!

Ο κάμπος που κοιτάς,
μια ομορφιά, που δεν περιγράφεται με λόγια απλά!
Κόκκινα πρόβατα
ξεπροβάλλουν από τα στάχυα,
τα κίτρινα στάχυα,
χορτασμένα.
Οι άνεμοι λυσσομανούν
και τα σύννεφα σκεπάζουν τον ουρανό,
κρύβοντας έτσι τη ντροπή κι τη χλομάδα του ήλιου.
Ξάφνου,
από τη βρεμένη γη,
το πουθενά,
ξεπρόβαλε ένα τεράστιο, καφεκόκκινο,
κάτι σαν πουλί χωρίς φτερά, μα ράμφος κυρτό
και μ’ ένα μάτι γεμάτο θλίψη,
που αναστάτωνε όποιον το έβλεπε.
Προχωρούσε αργά,
αλλά σκόνταψε στη μυτερή πέτρα
και χτύπησε στο δεξί γόνατο.
Ευτυχώς όμως
το πυκνό φτέρωμα δεν του δημιούργησε καμιά πληγή.
Όμως στη βιασύνη του πάνω,
κάτι έχασε.
Φαίνεται γλίστρησε ο ανόητος γρύλος του
ανάμεσα στα χόρτα
και τον έφαγε μια κάμπια.
Τότε η κάμπια μεταμορφώθηκε σε κατσίκα
και, λόγω Πάσχα,
η κατσίκα δραπέτευσε νοερά σε άλλη διάσταση!

Όμως εκεί δεν υπήρχαν σούβλες και χασαπομάχαιρα!
Η κατσίκα σεργιανίζει χαρωπή και ανέμελη
χωρίς να ξέρει η έρμη πως
ένα μεγάλο, χοντρό Πάσχα την κυνηγάει!
Τρέξε κατσικούλα στον κάμπο!
Ελεύθερη και ωραία, σαν την διάσημη μοντέλα!
Και ξαφνικά βλέπει
ένα λιοντάρι, και λαχτάρησε.
Το λιοντάρι ήταν πολύ μεγάλο
και τρομακτικό
αλλά χωρίς πρόθεση να κάνει κακό.
Ωστόσο εκεί,
στην μικρή τη ρεματιά,
ήταν τρία χαμογελαστά παιδάκια
που έτρεχαν
πίσω από τρία γουρουνάκια!
Αλλά τι φρίκη!
Τα δύο γουρουνάκια δεν ήταν χορτοφάγα!
Ξαφνικά πίσω τους
τα δέντρα άρχισαν να ζωντανεύουν κάνοντας περίεργους θορύβους
και σέρνοντας τα κλαδιά τους δίπλα στα πόδια τους
θροϊζοντας τους είπαν:
Εάν έχετε τη θέληση να βοηθήσετε
τρέξτε γρήγορα, γιατί πίσω απ' το λόφο παγιδεύτηκε ένα μικρούλι ξωτικό με μεγάλα διαφανή φτερά και μεγάλες πατούσες
αλλά μικρά, γκριζωπά μάτια.
Πηγαίνοντας να βοηθήσουν το διαφανόπτερο ξωτικό,
που είχε πιαστεί κάτι αποσπά την προσοχή τους,
μια νύμφη με προφυρό πέπλο που σκορπάει τη μαγεία της
σε δύο δροσοσταλίδες
τρώγοντας ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης
και χορεύοντας
τούρκικο τσιφτετέλι
σε μουσική του Barry White,
και δίπλα της ένας καλικάντζαρος,
που έτρωγε σουτζουκάκια φτιαγμένα από τον Ιαβέρη,
ζήτησε έξτρα μπούκοβο,
αλλά δυστυχώς του έπεσε βαρύ κι έχασε το ρυθμό.
Έτσι του έπεσε το χρυσό δαχτυλίδι του
μες το ενυδρείο με τα μεγάλα φούξια πιράνχας.
Προσπαθώντας να το βγάλει από το ενυδρείο,
έβγαλε τα υπόλοιπα ψαράκια και τα ρωτούσε:
"Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;"
και κείνα απαντούσαν..:
"Πας καλά;"
Τότε ο καλικάντζαρος κοίταξε απορημένος.
Χωρίς να αφήσει τα σουτζουκάκια σήκωσε το πόδι του
και άρχισε να αιωρείται κρατώντας το πιάτο σφιχτά
πάνω από ένα μεγάλο
μα πάρα πολύ μεγάλο μαγιάτικο στεφάνι
που το φορούσε


στη μέση
 
Top