(Ας συμμετάσχω και εις αυτό το νήμα εδώ
δημιουργώντας κι εγώ, ένα λίμερικ με αιδώ)
Η Πηνελόπη μου το βράδυ εκείνο με πανσέληνο
μαγείρευε τα φασολάκια δίχως σέλινο.
Το πιπέρι στην γεύση ήταν λιγοστό
και χαμηλό το ηλιέλαιο σε ποσοστό
ενώ έβρεχε εδώ και ημέρες, διάττοντες αστέρες.
Ενας γέρος στο μοιρολόι
που όλο παίζει ένα κομπολόι
βουλιαγμένος σε σκέψεις και αναμνήσεις
καλό θα ήταν να μην τον εξυπνήσεις.
Αυτόν τον πολύπαθο γεράκο
Εγώ, εγώ! Θέλω και τη Φανή του Σωτηράκη με το μικρό ...λάκι και τον άλλο με το hondaκι...χοχο χο
Πιπίνι ζόρικο κρυφά με δοκιμάζει
το ΚαΤέΜι μου, λυγά και το θαυμάζει
σκύβει σεμνά τη φούστα να μικρύνει
σε μπλε ματιά να καίει τη γαλήνη
-Πιπίνι λέμε, του Σωτηράκη το μαράζι.
Στο σχοινί που απ' τον εξώστη κρέμεται
χωρίς ασανσέρ, τα ψώνια ανεβάζουν φαίνεται.
Αδειανό τώρα που 'ναι, τι να του κρεμάσω πάνω;
Μια κούνια; Ένα κουκλάκι; Ή ένα αεροπλάνο;
Την Τζέην θα κάνω τελικά, είναι ένα θέαμα που αντέχεται!