Για μια φορά ακόμα ήμουν σίγουρη (διάβολε μερικά πράγματα είναι τραγικά προβλέψιμα!!!)!
Οποία άραγε αναγκαιότης υφίσταται στο να μας επισείουν πλειστάκις κι όλας, ότι νικάνε “αλλού”.
Με γειά και με χαρά τους. Προς Θεού! Χαρά μας όταν νικάνε οι άνθρωποι, εκεί όπου νιώθουν πλήρεις κι ευτυχείς...Εμάς αυτό μας αρκεί και μας περισσεύει!
Μπράβο! Μπράβο! Εύγε στους νικητές όλου του κόσμου...Από καρδιάς!
ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΑΑΑΑΑΑΑΑ! Έλα καλή μου!
@Διατσέντα, καλησπέρα.
Θα σου αποκαλύψω το ένοχο μυστικό τού Παρωνύμιου, και βρε κοπελάρα, όχι πολλές ώρες μπροστά στην οθόνη, χαλάνε τα μάτια.
χιούμορ (το) [xumor] Ο (άκλ.) : ικανότητα να αντιμετωπίζει κανείς την πραγματικότητα με εύθυμη διάθεση, παρουσιάζοντας τις διάφορες καταστάσεις με φαινομενική σοβαρότητα και αδιαφορία, κάτω από την οποία κρύβεται η σάτιρα και η άκακη ειρωνεία: Λεπτό ~. Aγγλικό ~. Έχει ~ / την αίσθηση του ~, μπορεί να εκφράζεται με χιούμορ ή να καταλαβαίνει το χιούμορ. Kάνω ~, λέω κτ. με χιουμοριστική διάθεση. (έκφρ.) μαύρο ~, που το χαρακτηρίζει η χρήση μακάβριων αστείων. [λόγ. < αγγλ. humour]