Ποίηση γραμμένη σε βινύλιο και δίσκους ακτίνας (Διονύσης Σαββόπουλος)

Ο Διονύσης Σαββόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1944. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του “Μελωδό” ή όπως εξηγεί “ερμηνευτή των δικών του στιχηρών ιδιομέλων” Σπούδασε νομικά, αλλά ασχολήθηκε “με την τέχνη”. Έχει εκδώσει 14 κύκλους τραγουδιών (γραμμένους σε βινύλιο ή δίσκους ακτίνας όπως λέει ο ίδιος) και μερικές ποιητικές συλλογές.
Παρακολουθώ τη δουλειά του από μικρό παιδί. Πάντα τον θεωρούσα άριστο στιχουργό και κατά συνέπεια, άριστο ποιητή. Ενώ όλα τα τραγούδια του έχουν δικούς του στίχους, πολλά έχουν μουσική (διασκευασμένη ή μη) άλλων συνθετών. Αναφέρω την περίφημη “Συννεφούλα” που η μουσική της είναι το τραγούδι του πολεμικού ναυτικού της Ιταλίας, το “Μαύρη Θάλασσα” που στηρίζεται σε μελωδία δημοτικού τραγουδιού της Θράκης και πολλά τραγούδια του που έχουν μουσική του Μπομπ Ντίλαν και του Λούτσιο Ντάλλα. Έτσι τον αγάπησα πρώτα σαν ποιητή και μετά σαν μουσικό και ερμηνευτή. Για αυτό τον ποιητή λοιπόν θέλω να πω δυο λέξεις σήμερα εδώ.
Οι λόγοι που αγάπησα την ποίηση του Σαββόπουλου, εκτός από τη θεματολογία, είναι η χρήση του βραχύ και υπερβραχύ στίχου και η σατιρική διάθεση των ποιημάτων του. Δεν βρήκα πουθενά ορισμό του βραχύ-υπερβραχύ στίχου (αν κάποιος τον έχει ας τον γράψει, νομίζω είναι κάτω από έξι συλλαβές) αλλά ξέρω ότι είναι δύσκολος πολύ, ιδίως όταν είναι ομοιοκατάληκτος, και σπανίως συναντάται στη δημοτική μας ποίηση και σπανιότερα στην έντεχνη. Στην εκκλησιαστική βυζαντινή ποίηση δεν είναι σπάνιος.

Αναφέρω εδώ μερικά δείγματα ολιγοσύλλαβου στίχου του Δ. Σαββόπουλου που μου άρεσαν:

Canto (1983)
Τόσο τους θόλωνε η ερημιά τους
που είν’ η δουλειά τους, 
καψοχαρά τους
Του ζευγαριού την ασήκωτη σφαίρα
σπρώχνουν πιο πέρα, 
νύχτα και μέρα.

Αηδόνι στην κερασιά (1999)
Αδωνάι !
Το μικρό μικρό βαπόρι
ξεκινάει
προς στην διεσταλμένη σου κόρη.
Αδωνάι!
Σκότωσέ με με τα μαλλιά σου.
Αδωνάι!
Λιώσε με με το στόμα σου
και πλέουνε πλάι.

Η συγκέντρωση της ΕΦΕΕ
στ’ αμφιθέατρο σε ψάχνω, στους διαδρόμους και τους δρόμους, 

Αμνηστία ΄64

Το σπίτι αδειανό σβησμέν’ η φωτιά
ο κάμπος πληγή
ο τάφος μικρός
η μάνα δεν ζει
κι ένα πουλάκι λαλεί.

Κωλοέλληνες (1989)
Μελαμψές φυλές
κοντοπόδαρες, 
Σειλινοί του κράτους
που ξερνάει και να `τους, 
τσιφτετέλληνες
με γονείς ληστές
των συντρόφων τους θύτες
για ανμηστία αλήτες
τώρα διοικητές.
Κράτος ασυστόλων
και πεσμένων κώλων
κωλοέλληνες.
Δεν υπάρχει ελπίς
στην Ελλάδα ζεις.

Όμορφη μέρα (1957)

Μέρα όμορφη το πάρκο γυρίσαμε, 
Όσο φέγγει, ας πιούμε μια
σαγκριγιά.

Μέρα όμορφη τις πάπιες ταϊσαμε, 
Σινεμά
και σπιτάκι μετά


Η σατιρική διάθεση (πικρή συνήθως) του Σαββόπουλου είναι επίσης προφανής σε πολλά ποιήματα του. Συχνά σατηρίζει το εαυτό του, αλλά και τους άλλους καλλιτέχνες, τους πολιτικούς και όλους τους Έλληνες μαζί:

Μας βαράνε ντέφια (1983)
Στο τηλέφωνο σε παίρνω απ’ τη γωνία
κι όλο βγαίνουν κάτι άσχετοι
και η ώρα δεν περνά και η ώρα δεν περνά
κι είναι τώρα πια κοντά δυο τρία χρόνια
που εξαιτίας σου έχω χάσει κάθε στυλ
κι η τροχιά του έρωτά μου μπαινοβγαίνει
απ’ τον φούρνο στην κατάψυξη
αλλά εσύ που με κοιτάς αφηρημένη
κάποιο φάλτσο αισθανόμουνα κι εκεί
στην αρχή που είχαμ’ οι δυο μας πρωτοβγεί.

Μικρός Μονομάχος (1994)
Μου την σπάνε αράδα
θεολόγους στριμάδα Λυκειάρχου προβοσκίς
κι η φιλόλογος ψωνάρα, του Μεγάρου Μουσικής
η δημόσια εικόνα, τα παραισθησιογόνα
οι ομάδες, οι ροκάδες, οι σταθμοί και οι φυλλάδες

οι εξάρσεις του εθνικού μας βίου
κι ο προγυμναστής του φροντιστηρίου
όλος πιτυρίδα, μούσι και τσαντάκι
ενημερωμένος από τον Κακαουνάκη

Οι εκλογές – μαντινάδα (1979)

Τα όνειρά σου μην τα λες γιατί μια μέρα κρύα
μπορεί και οι φροϊδιστές να `ρθούν στην εξουσία.
Δέκα λογιώ οι παλικαριές οι εννιά να δραπετεύεις
και οι αγάπες δυο λογιώ στη μια καλογερεύεις

Πολιτευτής (1979)
Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία
και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;
τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη
και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.

Σημαία από νάυλον (1971)
Σημαία από νάιλον 
υψώνουμε σημαία πλαστική
ο κόσμος δεν έχει τίποτε να χάσει 
και τίποτε να βρει.


Παρακάτω αντιγράφω μερικούς ακόμη στίχους του Σαββόπουλου που μου αρέσουν κυρίως για το περιεχόμενο τους. Αριστουργηματικό θεωρώ το ποίημα του "Δημοσθένους λέξις" ενώ στους "Αχαρνείς" βλέπει με αριστοφανική ματιά τον εαυτό του και τους γύρω του. Η Ελλάδα, τα Βαλκάνια και η καταθλιπτική καθημερινότητα στη χώρα μας είναι συχνά θέματα των ποιημάτων του:

Αχαρνείς (1977)
Ποιος μας γηροκομεί
τη σήμερον ημέρα, 
ψηστιέρα, καρβουνιέρα, 
μούσα δεκεμβριανή.
Πολέμησα καιρό
σε όλα τα πεδία
και με τυφλή μανία
ξέσκιζα τον εχθρό.
Τώρα με χειρουργεί
η αλλήθωρη νεολαία, 
μια τσογλανοπαρέα, 
που κάνει κριτική.


Οι γέροι χωριστά, 
οι νέοι άλλο πράμα.
Όποιος τους θέλει αντάμα
πληρώνει ακριβά.

Δημοσθένους λέξις (1972)
Κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δε θα με περιμένει
οι δρόμοι θα `ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη
...

Παράγκα (1975)

Όχι, όχι αυτό δεν είναι τραγούδι
Είναι η τρύπια στέγη μιας παράγκας
Είναι η γόπα που μάζεψε ένας μάγκας
Κι ο χαφιές που μας ακολουθεί.

Τα πουλιά της δυστυχίας (1965)
Ξέρω κάτι πουλιά
μαύρα πουλιά πουλιά πικρά
πουλιά της δυστυχίας

ζουν σε χώρα συμφορά, 
όπου αρρώστια κυβερνά
το αίμα και τη στάχτη...

Το δέντρο (1966)
η νύχτα αυτή 
την λέμε εμείς φωτιά, 
εσύ την είπες δέντρο
Οι μέρες που λαχτάρησες θα `ρθουν, εσύ την είπες δέντρο

Σε τούτα τα Βαλκάνια (1971)
Σε τούτα τα Βαλκάνια σε τούτον τον αιώνα
συνάντησα τους φίλους μου μια νύχτα του χειμώνα,

Καθόντουσαν αμίλητοι σε κάτι βράχια
και σαν με είδαν να ’ρχομαι γουρλώσανε τα μάτια,

Γιατί όλο τούτο τον καιρό μ' είχαν για πεθαμένο
και πίνανε γλυκό κρασί ψωμάκι σιταρένιο.

Κι αφού με καλωσόρισαν κι αφού με βαρεθήκαν
κατάλαβαν την φάρσα μου και μ’ αρνηθήκαν.

Άσε τα θαύματα την μάσκα πέταξε
Εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε-γέλασε.

Μοιράζω το ψωμί σας δίνω το παγούρι
στα μάτια σας κοιτάζω και λέω ένα τραγούδι.

Και το τραγούδι λέει πως παίρνω την ευθύνη
πως είμαι αρχηγός σ' αυτό το πανηγύρι.


Γεννήθηκα στη Σαλονίκη (1979)
Δεκέμβρης του σαράντα τέσσερα
με μια μοτοσικλέτα του ΕΛΑΣ
η μάνα μου ετοιμόγεννη, γυρίζει ο θανατάς
Να η μαμή, ανασηκώνει το μανίκι
έτσι γεννήθηκα στην Σαλονίκη

Γεννήθηκα στη Σαλονίκη
να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ
στο υπόγειο νησί τους ταξίδεψα ως εδώ
με μια κρυφή, εκ γενετής αιμορραγία
Ελλάδα, γλώσσα τυφλή στην γεωγραφία
Ελλάδα, οικόπεδο και αποικία
 
Last edited:
Μυστικό τοπίο

Και στου σκοτωμένου το σφυγμό, στο φλας του ασθενοφόρου
καθρεφτίζει κάτι απ’ την ηχώ του Θεού στο βυθό του Εωσφόρου

 
Top