Καλέ μου Άντσο, ελπίζω να θυμάσαι την συζήτησή μας χτες μετά τον εσπερινό. Είχες απορία για τους μυστήριους τρόπους με τους οποίους ενεργεί η Θεία Πρόνοια, που για μας τους ταπεινούς αυτοί θα παραμένουν πάντα τόσο σκοτεινοί και ομιχλώδεις, ακατάληπτοι για την πεπερασμένη νόησή μας, ασύλληπτοι για τη φτωχή λογική μας, τρόποι που υπερβαίνουν ακόμα και την πιο αχαλίνωτη φαντασία μας. Σου απάντησα ότι και οι δικοί μας τρόποι, οι ανθρώπινοι, δεν διαφέρουν σε τίποτα από αυτούς και στα μάτια μας μπορούν να λάβουν όλες αυτές τις προηγούμενες ιδιότητες και διαστάσεις ή τα επίθετα που ήδη ανέφερα (και μακάρι ποτέ να μην νομίσεις ότι αυτοί οι τρόποι είναι έξυπνοι, όσο κι αν αυτοί δείχνουν ως τέτοιοι...). Κι αυτό γιατί αυτή η ίδια, η Θεία Πρόνοια, μπορεί να πάρει τη μορφή μιας βροχής που θα αποτρέψει τον καλό χωρικό από το να πάει στον αγρό του που στο μονοπάτι προς τα εκεί θα τον περίμενε ένας βέβαιος θάνατος από κάποιον ενεδρεύοντα ληστή· μπορεί να πάρει τη μορφή μιας λαμπερής λιακάδας που θα εμποδίσει ένα πλοίο γεμάτο ψυχές που πλέει μεσοπέλαγα από το να βυθιστεί και θα του επιτρέψει έτσι να αφιχθεί στο λιμάνι του· μπορεί να πάρει τη μορφή ενός καλού ποιμένα που θα οδηγήσει το κοπάδι του από τέτοιες οδούς ώστε να το επιστρέψει με ασφάλεια στην έδρα του· τέλος, μπορεί να πάρει τη μορφή και το σώμα ενός ελάχιστου, ενός ολίγιστου αδελφού της πενίας, που θα βοηθήσει έναν νεαρό δόκιμο μοναχό να διακρίνει τις αποχρώσεις της αμαρτίας γύρω του και μέσα του ή να κατευθύνει, ακόμα ακόμα, ένα πνεύμα που ταλαντεύεται, ένα πνεύμα που ίσως το ταλαιπωρεί η σύγχυση και το μαστιγώνει η αβεβαιότητα, ένα πνεύμα που ξεστράτησε, ένα πνεύμα που αιωρείται μεταξύ των άπειρων επιλογών της βούλησής του, σε μια συνανάγνωση.