Συνανάγνωση: "Χέρτσογκ" Σωλ Μπέλοου (Saul Bellow)

Πως σας φάνηκε το βιβλίο;

  • Τέλειο

    Votes: 6 50,0%
  • Πολύ καλό

    Votes: 2 16,7%
  • Μέτριο

    Votes: 2 16,7%
  • Έτσι κι έτσι

    Votes: 1 8,3%
  • Δεν μου άρεσε

    Votes: 1 8,3%

  • Total voters
    12
Καλημέρα σε όλους.
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω να σχολιάζω μιας και δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου όπως άλλες φορές.
Σε αυτά τα κεφάλαια αφενός κάνουμε ζουμ στη Μαντλέν, τον χαρακτήρα της και τη σχέση της με τον Χέρτσογκ και αφετέρου μπαίνουμε μέσα στους κόλπους της οικογένειας του Χ. σε μια φοβερή αναπόληση που κάνει ο ίδιος, μια βουτιά στην οικογενειακή του ιστορία που σκεφτόμουν έντονα ότι έχει τη στόφα του μαγικού ρεαλισμού.
Μου άρεσαν τόσο πολύ αυτά τα κεφάλαια! Εγώ προσωπικά, προσπάθησα να αφεθώ στη διήγηση, να χαλαρώσω και να αφουγκραστώ και το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Πρώτα απ'όλα φαίνεται καθαρά πόσο επιδραστική ήταν η Μαντλέν στον Χ., μάλλον η σχέση που τον σημάδεψε περισσότερο καθώς κλωθογυρίζει πολύ γύρω από αυτήν. Η Μαντλέν, μια όμορφη, ελκυστική γυναίκα, φιλόδοξη, δυναμική, δε χαρίζει κάστανα. Επίσης, μας βγήκε και πολύ του καθολικισμού, πολύ θρήσκα. Η σχέση τους αρκετά ανταγωνιστική. Ο Χ. αναφέρει στην επιστολή του προς τον δόκτωρα Έντβιγκ (στην προηγούμενη "ύλη"): "Σ'το είπα πως είναι εξαιρετική περίπτωση. Είναι πανέξυπνη, πουτάνα, αληθινός μπελάς." Ο Χ. ταξιδεύει στον φίλο του Σαντόρ, προσπαθεί να πιαστεί από τις σχέσεις του, ο οποίος του λέει μια αλήθεια: "Επειδή είσαι διανοούμενος και παντρεύτηκες μια διανοούμενη γκόμενα. Μέσα σε κάθε κουλτουριάρη υπάρχει κι ένας χαζομαλάκας. Εσείς, μωρέ, δεν μπορείτε να δώσετε απαντήσεις στα δικά σας ερωτήματα. Ωστόσο υπάρχει ελπίδα για την περίπτωσή σου Μόουζες." Η αίσθηση του Σαντόρ είναι ότι "είχε πεισθεί πως έκοβε το νεκρό βάρος της πλάνης από την ψυχή του Χέρτσογκ". Τα λέει πολύ όμορφα ο Μπέλοου, ό,τι και να λέμε. Χτίζει τεχνηέντως τους χαρακτήρες και μας αφήνει σιγά-σιγά να τους αναπλάσουμε μέσα μας, να φτιάξουμε τα ολογράμματά τους, να δούμε σταδιακά όλη την εικόνα, τη μεγάλη εικόνα. Ο Μόουζες έχει ένα χιούμορ που προσωπικά βρίσκω άκρως γοητευτικό, μερικές φορές γελάω μόνη μου με τις κουβέντες του. Γελάω και χαμογελάω με την εξυπνάδα και την ευφυΐα που κρύβει αυτό το χιούμορ. "Ο Σαντόρ σκεφτόταν τα παιδιά του, αυτά τα χάμστερ. Και όχι τη θυγατέρα μου που είναι φτιαγμένη από ευγενέστερο πηλό."
Σημείωσα επίσης κάτι πολύ όμορφο που μας δείχνει την ευαισθησία του ήρωά μας:
"Αλλά κυρίως συγκινήθηκε από την πράσινη διαφάνεια καθώς κοιτούσε το βραχώδη βυθό με ένα πλέγμα από χρυσές γραμμές. Αεικίνητο πάντα. Αν η ψυχή μπορούσε να παραγάγει μια αντανάκλαση τόσο λαμπρή, και τόσο έντονα γλυκιά, θα παρακαλούσε το Θεό να τον ορίσει γι'αυτή τη χρήση. Αλλά αυτό πια θα παραήταν απλοϊκό. Θα παραήταν παιδιάστικο. Στη σφαίρα της πραγματικότητας δεν υπήρχε τέτοια διαύγεια, υπήρχε αναστάτωση, οργή. Η απροσμέτρητη ανθρώπινη δραστηριότητα συνεχίζεται. Ο θάνατος παραμονεύει. Έτσι αν είσαι έστω και λίγο ευτυχισμένος, μην το δείχνεις. Και όταν μέσα σου αισθάνεσαι πληρότητα, κράτα το στόμα σου κλειστό."
Ο Μόουζες πηγαίνει να βρει παρηγοριά σε μια πρώην (?) φίλη του, τη Λίμπι η οποία είναι παντρεμένη με τον Σίσλερ. Τον καλοδέχονται πολύ εγκάρδια, όμως αυτός, τόσο ζορισμένος συναισθηματικά, δεν μπορεί να αντέξει την καλοσύνη αυτή τη στιγμή και το σκάει σαν ένα παιδί! Από την πίσω πόρτα! Επιστρέφει στο σπίτι του, στη σίγουρη φωλιά του, στη μοναξιά του.
Είναι σε σχέση με τη Ραμόνα, για την οποία δεν ξέρουμε ακόμα πολλά. Φαίνεται πως την αγαπάει, παρόλο που το έχει "σκάσει" από αυτήν κάποιες φορές.
Θα συνεχίσω με σχόλια για το κεφάλαιο "οικογένεια" αργότερα, ελπίζω.
Ο Μόουζες μου είναι πια πολύ συμπαθής, ένας άνθρωπος βαθιά φιλοσοφημένος, ένας weirdo τρυφερός, αδύναμος και δυνατός ταυτόχρονα, ένας ευαίσθητος άνθρωπος παρόλο που κατά τα φαινόμενα ιδιότροπος και δύσκολος χαρακτήρας.
 
Last edited:
Δε μιλάτε δε μιλάτε, συνεχίζω τώρα που μπορώ.
Η Μαντλέν δυναμική προσωπικότητα, θέλει να κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο, είναι θα έλεγα μια "αιμοσταγής" γυναίκα, φτιαγμένη από ένα υλικό πανουργίας. Ιντριγκάρεται στην ιδέα του Μόουζες να κονταροχτυπιέται με τον Μονσινιόρ, τον πνευματικό άνθρωπο μέσα από τον οποίο προσηλυτίζεται και τραβιέται στα δίχτυα της θρησκείας. Τουλάχιστον έτσι το αντιλαμβάνεται ο Μόουζες. Μαθαίνουμε βέβαια για το σκοτεινό παρελθόν της. Μαθαίνουμε πως βιάστηκε στα δεκατέσσερά της. Και η αντιμετώπιση αυτού του σημαντικού μαντάτου από τον Χ. ήταν αδέξια, απαράδεκτη τολμώ να πω.
Ο Χ. παρουσιάζεται ενοχικός, αδύναμος και επιδίδεται ώρες ώρες σε ένα αυτομαστίγωμα για τα λάθη και τις πράξεις του. "Τόση βλακεία αξίζει μεγαλύτερη τιμωρία -μια αρρώστια, μια ποινή φυλάκισης." Ωστόσο αισθάνεται τυχερός και βολεμένος με τη Ραμόνα του, φαϊ, πιοτό, προσκλήσεις για διακοπές σε θάλασσα. Αλλά και πάλι είναι ανικανοποίητος με τον εαυτό του. Νιώθει ότι έχει να επιτελέσει ένα ανώτερο πνευματικό έργο με το ρόλο του ως διανοούμενου, έναν υψηλότερο στόχο και η Μαντλέν και οι λοιποί γύρω του τον μπλοκάρουν, τον μποϊκοτάρουν, του κάνουν κακό. "Παιδαγωγοί της πραγματικότητας. Θέλουν να σε διδάξουν -να σε τιμωρήσουν με- τα μαθήματα του πραγματικού."
Δείχνει μια τρυφερότητα άνευ προηγουμένου απέναντι στην οικογένειά του. "Εδώ υπήρχε η ευρύτερη γκάμα ανθρώπινων συναισθημάτων που είχε ποτέ καταφέρει να βρει." Διάφορες φράσεις φωτίστηκαν μέσα στο κείμενο που καταδεικνύουν τον μέσα του κόσμο τον οποίο καλούμαστε να κατανοήσουμε: "Απορροφημένος, ακίνητος στην καρέκλα του, ο Χέρτσογκ άκουγε τους νεκρούς, στους νεκροκαυγάδες τους."
Μαθαίνουμε την οικογένειά του, τους αγώνες της, τον πατέρα του, πανούργο εβραίο που βρέθηκε στην Αμερική από την Ευρώπη με μηχανορραφίες και δυσκολίες ουκ ολίγες. Ερχόμαστε πιο κοντά σε έναν τρυφερό Μόουζες, αποκρυπτογραφούμε το dna του και μας αποκαλύπτονται τα παιδικά του βιώματα. Άκουγε την ιστορία των Χέρτσογκ πολύ συχνά. "Έτσι είχαμε μια σημαντική μαθητεία στον πόνο. Αναγνωρίζω ακόμα αυτές τις κραυγές της ψυχής. Μου στέκονται στο στήθος και στο λαιμό. Το στόμα θέλει να ανοίξει διάπλατα και να της αφήσει να βγουν." Θαυμάζει τον πατέρα του. "Αλλά εγώ είμαι ακόμα σκλάβος της πατρικής δυστυχίας. Με τι τρόπο μιλούσε ο Πατέρας Χέρτσογκ για τον εαυτό του. Το εγώ του είχε τόση αξιοπρέπεια."

Έχουμε να κάνουμε με έναν κλειστό, ιδιόρρυθμο διανοούμενο σε μια εσωτερική πάλη. Έτσι πάνε αυτά. Παρακολουθώ με προσοχή.
Και αναμένω τα σχόλιά σας.
 
Καλησπέρα και από μένα.
Εύχομαι να σας βρίσκω όλους καλά :)

Συμφωνώ με την Αννετούσκα και εμένα μου άρεσαν παρά πολύ τα κεφαλαία αυτά. Είναι εκπληκτικός ο τρόπος που περιγράφει ο Χέρτσογκ τους φίλους και γνωστούς του, νιώθω πως αν μπορούσα να ζωγραφίζω θα μπορούσα να τους αναπαραστήσω όλους!

Νιώθω πώς ζούμε μέσα στη διατριβή του, με όλες αυτές τις αναφορές και τα γράμματα στους φιλοσόφους, τους συγγραφείς και τις διάφορες λογοτεχνικές προσωπικότητες. Σαν να παραθέτει βιβλιογραφία σε μια έρευνα. Αναλύει την ζωη του υπό το πρίσμα όλων αυτών που τον έχουν επηρεάσει. Υποθέτω, γιατί και εγώ είμαι βιολόγος, όταν έχεις συνηθίσει να κάνεις έρευνες και να παρατηρείς συμπεριφορές και μοτίβα, αυτόματα και χωρίς να το καταλαβαίνεις κάνεις το ίδιο σε διάφορες άκυρες στιγμές της καθημερινότητας σου. Καταλήγει να γίνεται κομμάτι του εαυτού σου, αφού αναμφισβήτητα έχεις ξοδέψει πολύ χρόνο για αυτό.

Μάθαμε περισσότερα και για τη Μαντλέν και λίγα για το πώς χώρισε την πρώτη του γυναίκα. Εμένα μου φάνηκε πως η Μαντλέν είναι λίγο οπορτουνίστρια. Χρησιμοποιεί τις διαθέσιμες ευκαιρίες που βρίσκει στο δρόμο της και τις αξιοποιεί για να βελτιώσει τη ζωη της. Πέρασε πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια κατά πως φαίνεται.
Επίσης ο Χέρτσογκ εκείνη την περίοδο που γνώρισε τη Μαντλέν ήταν πολύ αισιόδοξος και λίγο ματαιόδοξος. Μάλλον γιατί ήταν σε μια φάση της ζωής του που γενικά τα πράγματα του πήγαιναν καλά, όποτε συμπεριφερότανε λίγο πιο αλαζονικά ή τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε από την περιγραφή του. Γενικά δεν φαίνεται να είναι έτσι πάντα.

Τέλος, από όλα τα γράμματα που έχει γράψει ένα βρήκε τον παραλήπτη του, αφού στη Λίμπι άφησε σημείωμα εξηγώντας της το λόγο για τον οποίο έφυγε κλεφτά από το σπιτι τους.
Αυτά από εμένα, περιμένω με ανυπομονησία και τις δικές σας εντυπώσεις.
 
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω να σχολιάζω μιας και δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου όπως άλλες φορές.
Δε μιλάτε δε μιλάτε, συνεχίζω τώρα που μπορώ.
Κλαίω... :χαχα::χαχα::χαχα:

Αυτό που μου έμεινε είναι μια διάθεση θυματοποίησης του Χέρσονγκ, κάτι που ίσως συνεχιστεί σε όλο το βιβλίο. Πότε θυματοποιεί ο ίδιος τον εαυτό του με τις σκέψεις και τις επιλογές του και πότε θυματοποιείται από τους "παιδαγωγούς" του. Πέρα από αυτό η όλη εικόνα που έχουμε εδώ για τη Μαντλέν δεν είναι και η πιο κολακευτική και πραγματικά βλέπω – μέσα από τη φωνή Χέρτσονγκ – μια γυναίκα που τα θέλει όλα και δεν ικανοποιείται με τίποτα, ενώ τα στοιχεία που θα μας έκαναν ίσως να τη δούμε με ευνοϊκότερη διάθεση είναι λίγα και με επιφανειακή μεταχείριση.

Γενικά δεν είμαι φαν της παραθετικής πλοκής, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν αρέσει σε εμένα και όχι κάποιο πρόβλημα του βιβλίου.
 
Με μια πρόταση ο ιδιος ο Μωυσής μας δείχνει ποιος πραγματικά είναι.

"But I, a learned specialist in intellectual history, handicapped by emotional confusion ... Resisting the argument that scientific thought has put into disorder all consideration based on value .... " (Διαβαζω το βιβλίο στα αγγλικά, Penguin editions)

Σαν χαρακτήρα βιβλίου τον εχω λατρέψει. Την Μαντλεν την αντιπαθώ.

Αυτά τα λίγα προς το παρόν. Θα επανέλθω.
 
Καλημέρα στην ομάδα!!:καφεδάκι:

Θα συμφωνήσω με τους προλαλήσαντες, πως διαβάσαμε δύο πολύ ενδιαφέροντα κεφάλαια τα όποια μας βοηθάν να καταλάβουμε λίγο ακόμα τον Χέρτσογκ σαν χαρακτήρα!
Καταρχάς ας ξεκινήσουμε με τη Ραμόνα, την τρίτη γυναίκα που παίζει επιδραστικό ρόλο όπως φαίνεται στην ζωή του Μόουζες μετά τις Νταίζη και Μάντλεν. Ενώ φαίνεται πως έχει αισθήματα για αυτή, την κρατάει κατά κάποιο τρόπο μακριά του. Ένα μυστήριο τρόπο που ίσως μάθουμε στη συνέχεια. Πάντως όσο και να προσπαθεί να γλυτώσει από τον εαυτό του και τα λάθη του φαίνεται πως δεν μπορεί. Κια βεβαία μέσα σε όλα αυτά που του συμβαίνουν, δεν παύει στιγμή να είναι προβληματισμένος για τον κόσμο γύρω του (εξ ού και τα γράμματα σε κυβερνήτες, πολιτικούς κλπ).

Επίσης στα 2 αυτά κεφάλαια γνωρίζουμε ένα σωρό νέα πρόσωπα με ένα καταιγιστικό φλας μπακ,τα οποία έχουν παίξει κάποιο ρόλο στην ζωή του Χέρτσογκ. Γράφει ένα από τα γνωστά του γράμματα σε κάποιον Σαπίρο και από κει μαθαίνουμε αρκετά στοιχεία για τη σχέση του με την Μάντλεν αλλά και για το χαρακτήρα αυτής. Πως το αποτράβηξε από τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα και πως σταδιακά έγινε θρησκόληπτη! Προσωπικά νομίζω η Μαντλέν τον ζήλευε και αισθανόταν μειονεκτικά απέναντι του, με αποτέλεσμα κάθε φορά που μπορούσε τον ακύρωνε σαν προσωπικότητα. Αν κατάλαβα καλά έπαιζε και κάποιο φλερτ με αυτόν τον Σαπίρο!

Οι αναφορές σε φιλοσόφους και άλλους συγγραφείς είναι ενδεικτικές για τη σκέψη του συγγραφέα. Ο Μαρξ, ο Χομπς, ο Σπινόζα και πάει λέγοντας! Σε ορισμένες απόψεις του βέβαια ο συγγραφέας είναι λίγο απόλυτος, όπως εκεί που αναφέρει για τα κορίτσια και τον έρωτα αλά και για τα βάσανα των συνανθρώπων μας. Άλλοτε επίσης είναι κυνικός, κάτι που δεν συνάδει με το έργο του πάνω σε ένα κίνημα που μόνο ο κυνισμός δεν το χαρακτήριζε και άλλοτε παρουσιάζεται ευαίσθητος και φλεγματικός. Σε ένα σημείο όμως περιγράφει ακριβώς τι τύπος είναι. Είναι ανυπόμονος, θλιμμένος, ιδιόρρυθμος, επικίνδυνος, αποτρελαμένος και μακάβρια κωμικός. Αυτός είναι ο Μόουζες και κατ' επέκταση ο ίδιος ο Μπέλοου.

Στο τέλος του κεφαλαίου 3, βλέπουμε κι άλλη μια πτυχή του χαρακτήρα του Μοόουζες. Διαβάζοντας το γράμμα της κοπέλας που πρόσεχε την μικρή του κόρη, γίνεται έξω φρενών όταν υποψιάζεται πως ο Βαλ και η Μαντλέν δεν φέρονται καλά στην μικρή του Τζουν. Μέχρι και φόνο σκέφτεται. Γίνεται εκδικητικός και δεν λογαριάζει κανέναν. Βέβαια ρίχνει μια δεύτερη ματιά στις τελευταίες σειρές του γράμματος ώστε μάλλον να ηρεμήσει!

Θα επανέλθω και με σχόλια για το κεφ. 4!:))))
 
Το κεφάλαιο 4 είναι νομίζω πιο εύκολο να διαβαστεί.
Σε αυτό κατά κύριο λόγο μαθαίνουμε περισσότερες λεπτομέρειες για την ζωή του Χέρτσογκ. Για τον γάμο του με τη Μάντλεν αλλά και για την παιδική του ηλικία. Επίσης μαθαίνουμε και για έναν φίλο του, τον Νάχμαν και για την σχέση του με μια γυναίκα τη Λόρα, που εν τέλει αποδείχτηκε καταστροφική και για τους δύο.
Τη Μάντλεν δεν τη συμπαθώ σαν χαρακτήρα...
Είναι υστερόβουλη, περιχαρακώνεται συνεχώς από τον Μόουζες με ένα πολύ περίεργο τρόπο, είναι νευρωτική και καταλήγει θρησκόληπτη!
Επίσης βλέπω ότι ο Μπέλοου αντιμετωπίζει τον θάνατο διαφορετικά, ανάλογα με την περίσταση. Με χιούμορ όταν χρειάζεται και τραγικά όπως στην αυτοκτονία της Λόρα. Νομίζω επίσης πως ο Χέρτσογκ μάλλον είχε μια αδυναμία προς την μητέρα του. Θεωρεί πως ήταν άνθρωπος με καλή καρδιά. Ο πατέρας του από την άλλη βρέθηκε ξαφνικά σε μια ξένη χώρα με όλες τις δυσκολίες που συνεπάγεται από αυτό και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να θρέψει την οικογένεια του, χωρίς να τα καταφέρνει με επιτυχία!
'Ολο σε περίεργες καταστάσεις έμπλεκε!:))))
 
Γεια σας κι από μένα!!:φρύδια:
Κεφ.3
Ο Χέρτσογκ συνεχίζει τις επιστολές. Τους έχει ταράξει όλους... Δεν φαίνεται όμως όλες οι επιστολές να έχουν τελικά κάποιον παραλήπτη. Είναι ο τρόπος του συγγραφέα να μπορεί να μεταπηδά από ένα θέμα στο άλλο εύκολα. Οι περιπέτειες το Χ. με τις γυναίκες του συνεχίζονται. Η καημένη η Ραμόνα είναι μια κάποια λύση, αλλά ίσως όχι η προτιμότερη, αφού ο Χ. έχει ανοιχτά θέματα με πολλές, σ' όλο το κόσμο.
Στο γράμμα του στον Σαπίρο ο Χ. εκφράζει τις φιλοσοφικές του απόψεις για την κριτική στην σύγχρονη Ιστορία, ειδικά μετά έναν τέτοιο πόλεμο με τόσα θύματα. Καταφέρεται και ενάντια στον Σαπίρο, διότι απομακρύνθηκε από τις ρίζες του (Εβραίος κι αυτός).
Στο επόμενο γράμμα προς τον φίλο και δικηγόρο του, Σαντόρ, όπου ο Χ. γράφει για τις ωμές πραγματικότητες που τρώει κατάμουτρα από τον Σαντόρ. Ακολούθως αποπειράται να επισκεφτεί τη φίλη του Λίμπι, αλλά γρήγορα το μετανιώνει και γυρίζει σπίτι. Εκει διαβάζει ένα γράμμα από την γκουβερνάντα της κόρης του που τον τρελαίνει, σχετικά με το πως συμπεριφέρθηκαν οι Βάλενταϊν και Μαντλήν στην κόρη του.
Κεφ. 4
Αυτή τη φορά ο Χ. γράφει στο επίσκοπο ο οποίος προσηλύτισε (τάχα μου) την Ματλήν και του εξηγεί τις επιπτώσεις όταν κάποιος αποφασίζει να αλλάξει πίστη για να γλυτώσει από τον ...μηδενισμό. Κάπου φαίνεται πως η Μαντλήν, με τον τρόπο που ντυνόταν για να πάει στην εκκλησία κλπ. (σώνει και καλά να φαίνεται μεγαλύτερη), μάλλον εκτελούσε μια θεατρινίστικη προσπάθεια, μεταπηδώντας από ένα ρόλο σε άλλον.
Επίσης θυμάται τον χωρισμό του από την Νταίζη και τον τρόπο που έβλεπε τον γιο του, κάνοντας και μια σύγκριση μεταξύ χαρακτήρων Νταίζης και Μαντλήν. Ακολούθως αρχίζει να θυμάται μια επίσκεψή του στους γονείς της Μαντλήν, όπου από τις περιγραφές κάποιος καταλαβαίνει εύκολα πώς διαμορφώθηκε τελικά ο χαρακτήρας της Μαντλήν. Τελικά χωρίζει με την Νταίζη και παντρεύεται την Μαντλήν. Η ζωή τους όμως στην εξοχή, με τόσες δουλειές επισκευών που κάνει ο Χ., αρχίζει να διαφαίνεται η αλλαγή στην Μαντλήν, η οποία εξελίσσεται σε μέγαιρα, τουλάχιστον σύμφωνα με τον Χ.
Και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι για μένα είναι όταν αρχίζει μια επιστολή σε ένα παλιό φίλο του, τον Λάχμαν, ο οποίος τον συνάντησε κάπου αλλά εκείνος τον απέφυγε, ίσως επειδή του χρωστούσε χρήματα, αλλά και κάποια εξήγηση. Εδώ το Χ. αρχίζει να περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τις περιπέτειες της οικογένειάς του από τη Ρωσία στον Καναδά και μετά στις ΗΠΑ, τις συνθήκες διαβίωσης (μάλλον επιβίωσης) τους κλπ. Πιο δλυνατό από όλα θεωρώ τη σκηνή όπου ο πατέρας Χέρτζογκ, γυρνώντας καταληστεμένος και κτυπημένος σπίτι και το πιάνει ένα κλάμα απελπισίας μπροστά στην οικογένειά του. Συγκινητική η αντίδραση της μάνας όπως και τα συναισθήματα των παιδιών.
 
Παρατηρω πως ο Μ. δεν μπορει να κανει τιποτα σωστα στην ζωη του. Δεν μπορει να ολοκληρωσει τιποτα. Στις γυναικες γιατι δεν εστιαζει σωστα και το παιζει σε πολλα ταμπλο και αυτο τον επηρεαζει και στα επαγγελματικα του. Βλεπω εναν ανθρωπο ανασφαλη και μπερδεμενο με το γυναικειο φιλο. Οσο προχωραει το βιβλιο αυτο διαφαίνεται ολο και περισσοτερο.
Αυτος βεβαια δεν χανει το κουραγιο του και τα βλεπει ολα μεσα απο ενα δικο του πρισμα. Δεν εχει κανενα προβλημα να αυτοσαρκαζεται κιολας. Βεβαια τα παιδικά του χρονια ειναι περιεργα και ετσι μπορω για την ωρα να δικαιολογησω καποιες συμπεριφορες.
Βλεπω φιλους εχει αρκετους. Αν ειναι αληθινοι η οχι δεν ξερω.
Λογω των πολλων επιστολων του και των αναδρομων δεν μας αφηνει να καταλαβουμε τι ειναι αλήθεια και τι οχι.
 
Συγγνώμη, είμαι πρωινός τύπος, οπότε ξεκινάω.

Χέρσογκ, Χέρτσογκ… Όσο εμβαθύνω στο βιβλίο, αργά και απολαυστικά, τόσο περισσότερο το αγαπώ, τόσο περισσότερο με γοητεύει αυτή η σημαδεμένη, αδύναμη, ανασφαλής προσωπικότητα με τις δεκάδες μη αποσταλμένες επιστολές.

Σε αυτό το κεφάλαιο μάς γίνεται το μεγάλο intro της Ραμόνας. Βλέπουμε την αλληλεπίδραση μεταξύ τους, το είδος της σχέσης τους, το ζύγισμα των χαρακτήρων τους, αυτά που τους χωρίζουν και αυτά που τους φέρνουν κοντά. Ο Μόουζες δε σταματά να αυτομαστιγώνεται αλλά και να τρολλάρει αδυσώπητα τον εαυτό του, ένας αυτοσαρκασμός που όμοιός του συναντάται σε ευφυείς ανθρώπους, να μπορούν ανά πάσα στιγμή να αποκαθηλώσουν τον εαυτό τους, να τον περιγελάσουν, να τον γλεντήσουν. «Αλλά είμαι επιμελής. Δουλεύω πάνω σε αυτό. Αναμένω να είμαι σε μεγάλη φόρμα στο νεκροκρέβατό μου.»

Επίσης, είναι ένας άνθρωπος κανονικός μέσα στη μη κανονικότητά του θα έλεγα. Ακόμα και οι μη κανονικοί –θα μου πεις define κανονικότητα, οκ, ελπίζω να καταλαβαίνετε τι εννοώ- θέλουν να ξεφύγουν από το σοβαρό προφίλ τους, τη σοβαροφάνειά τους. «Ήταν μια από τις ιδιορρυθμίες του, όταν ήταν μόνος, να ξεσπάει στο χορό και στο τραγούδι, να κάνει αλλόκοτα πράγματα που δε συμβάδιζαν με τη συνηθισμένη του σοβαρότητα.» Γι'αυτές τις στιγμές ζω κι εγώ καμιά φορά! Ένας κανονικός άνθρωπος, πιασμένος στα δίχτυα της ματαιοδοξίας, ορμώμενος από ταπεινά, ευτελή, εγκόσμια, κίνητρα και όχι βαρυσήμαντες ιδέες. Θέλει να μετράει ακόμη η αρρενωπότητά του, το ’χει έννοια. «Για λίγο ακόμα, μπορείς να έχεις γυναίκες. Οποιαδήποτε εκτός από αυτή τη σκύλα τη Μαντλέν, που το πρόσωπό της τη μία δείχνει όμορφο, την άλλη κακάσχημο.» Τη Μαντλέν την έχει μεγάλο άχτι, σαν όλα τα κακά της μοίρας του να προέρχονται από αυτήν. Όχι εντελώς άδικα, ωστόσο, ας του το αναγνωρίσουμε. Είναι μια κανονική bitchάρα η Μαντλέν, δε συμφωνείτε;

Επίσης, στο μυαλό του Μόουζες παίζουν πολλά πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά σχόλια. Είναι ένα παράλληλο έργο που βλέπουμε. Αυτό που βλέπουμε κι αυτό που δε φαίνεται στην ουσία. Είναι ένας σκεπτόμενος άνθρωπος αν μη τι άλλο. Μου άρεσε πολύ το σημείο που ουσιαστικά θίγει τον καπιταλισμό. «Δεν υπάρχει τίποτα που να εμποδίζει τον Αμερικανό από το να απαιτεί όση αξία του αρέσει.» Και σε λίγο για τον εαυτό του που μετέχει σε αυτό: «Εκείνη τη μέρα έδωσα μια προκαταβολή για ένα πολυέλαιο, μια παλιά εγκατάσταση αερίου, αλήθεια λέω, στη Δεύτερη Λεωφόρο. Άλλα δέκα δολάρια πεταμένα στο Λάντεϊβιλ.»

Αισθάνεται αβοήθητος από τον ίδιο τον εαυτό του, από τον εσωτερικό του κόμπο, θέλει να κάνει έξωση στην ίδια του την καρδιά:

«Την ίδια στιγμή, η καρδιά του αλγεί αξιοθρήνητα. Θα ήθελε αν δώσει σε αυτή την καρδιά ένα γερό τράνταγμα ή να την ξεριζώσει από τα στήθη του. Να της κάνει έξωση. Ο Μόουζες απεχθανόταν την εξευτελιστική κωμωδία της θλίψης. Αλλά μπορεί η σκέψη να σε ξυπνήσει από το όνειρο της ύπαρξης; Όχι αν γίνει ένα δεύτερο βασίλειο σύγχυσης, ένα ακόμα πιο πολύπλοκο όνειρο, το όνειρο του νου, η αυταπάτη των ολοκληρωτικών «εξηγήσεων»».

Μας περιγράφει τη σχέση του με την ιαπωνικής καταγωγής Σόνο. Ένα κορίτσι που δεν έδινε μεγάλη σημασία στις δεσμεύσεις, δεν του γινόταν στενός κορσές, δεν τον καταπίεζε, παρά τον έθελγε με την απλότητά της κι αυτό το εκτιμούσε.

Με τη Ραμόνα τώρα… Αρχικά βλέπουμε και πάλι την εσωτερική δυσκολία που έχει με τις δεσμεύσεις. «Αυτό, αυτό το άσυλο ήταν δικό του (η Ραμόνα), αρκεί να το ζητούσε. Τότε γιατί δεν το ζήτησε; Γιατί το σημερινό άσυλο μπορεί να γίνει το αυριανό μπουντρούμι.» Η Ραμόνα είναι η επιτομή της positive energy, του positive thinking. Έχει κάτι το παιδιάστικο, το αγνό, το πολύ ειλικρινές. Δε μοιάζει να έχει υστεροβουλία, παρόλο που ίσως να ήθελε να παντρευτεί τον Χέρτσογκ στο δια ταύτα. Του κάνει κηρύγματα σχετικά ανώδυνα «Ένα μέρος ήταν ακαδημαϊκή φλυαρία, και ένα μέρος γαμήλια προπαγάνδα, αλλά έστω κι αν της χρέωνε τέτοιες προθέσεις, ήταν αυθεντική. […] Είχε κάτι γνήσιο στην καρδιά της.»

Τρέχει πάντα να του πει μια καλή κουβέντα, να του τονώσει το ηθικό, να τον προστατέψει από την χαμηλή του αυτοεκτίμηση, να τον ανεβάσει. Μα φυσικά, όταν αυτός δηλώνει για τον εαυτό του ότι κάποιες φορές είναι μια τρομερή αποτυχία, μια καθολική αποτυχία.

Επίσης, κάτι πολύ όμορφο, δελεαστικό, αισθησιακό και τρυφερό ταυτόχρονα είναι ο ερωτισμός της Ραμόνα προς τον Χέρτσογκ. Βρήκα πολύ ερωτικές τις περιγραφές της σωματικής τους εγγύτητας, του ερωτικού τους παιχνιδιού, με τη Ραμόνα να κινεί τα νήματα, λεπτεπίλεπτα, ευφάνταστα, καλοπροαίρετα. Τον προειδοποιεί με την καλή της καρδιά «Έχεις σπουδαία ικανότητα για ζωή», του έλεγε. «Και είσαι ένας αξιαγάπητος άντρας. Αλλά πρέπει να προσπαθήσεις να ξεφύγεις από τη μνησικακία. Θα σε φάει στο τέλος.» Προφανώς εννοεί το ζιζάνιο της απέχθειας ή και μίσους προς τη Μαντλέν που φωλιάζει μέσα του.

Και κάτι τελευταίο, που μου άρεσε και πάλι ιδιαίτερα είναι η σκέψη του για τα μυρωδάτα τριαντάφυλλα, άκρως ρομαντική και σημάδι για το πόσο έχουμε να κάνουμε με έναν ευαίσθητο θνητό: «Πρέπει να έχεις τη δύναμη να υπομείνεις τέτοια πράγματα, αλλιώς μπορεί να σε διαπεράσουν με σφοδρότητα και μπορεί να αιμορραγήσεις μέχρι θανάτου.»

Το κεφάλαιο κλείνει θαυμάσια, αφήνοντάς μας μετέωρους, στο συννεφάκι της επερχόμενης ερωτικής τους συνεύρεσης. Όμορφα.
 
Καλησπέρα στην ομάδα!

Εγώ αποφάσισα να ξεκινήσω το σχολιασμό κάπως ανορθόδοξα. Δηλαδή από τη Μάντλεν, που ουσιαστικά είναι αυτή που καταστρέφει τον Μόουζες. Αυτή η γυναίκα τον φθείρει και το κακό είναι πως ο ίδιος το ξέρει αλλά δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Είναι που είναι σαν χαρακτήρας ανασφαλής και αναποφάσιστος, του έχει γίνει και εμμονή η Μαντλέν και οδηγείται σε επικίνδυνα μονοπάτια. Μόνο όταν τη σκέφτεται φτάνει σε σημείο να θέλει να κάνει και φόνο. Μόνο τότε.

Επίσης σε αυτό το κεφάλαιο νομίζω ο Χέρτσογκ σιγά σιγά αρχίζει να συμβιβάζεται με τις αδυναμίες και τις ατέλειες του. Καταλαβαίνει ποιός είναι, αλλά παρόλα αυτά στις ιδέες του δεν κάνει καμία έκπτωση αν και θεωρώ πως ώρες ώρες οι απόψεις του για τις γυναίκες είναι λίγο στρεβλές ή έστω παρωχημένες. Μπορεί να είναι και η ιδέα μου αλλά ώρες ώρες βγάζει μια επιθετικότητα προς αυτές...
Σε αυτό το κεφάλαιο γνωρίζουμε και τη Σόνο. Μιας ακόμα κατάκτησης του Χέρτζογκ. Συμφωνώ με την Αννετούσκα πως ήταν μια καλή επιλογή για τον Μόουζες, αλλά κατάλαβα πως την είχε σαν παράνομη σχέση. Πάντως, σαν εραστής δεν το 'χει καθόλου ο Μόουζες...

Γενικώς οι Εβραίοι σαν λαός έχουν τραβήξει πολλά. Η ιστορία τους είναι γεμάτη πόνο, διωγμούς κλπ. Αυτό φαίνεται σε όλους τους συγγραφείς και βέβαια στον Μπέλοου. Βγαίνει μια πίκρα στο γράψιμο του. Τονίζει επίσης συνεχώς πως οι σύγχρονοι ρυθμοί έχουν αλλάξει τον άνθρωπο. Τον έχουν κάνει εξαρτημένο παρόλο που η τεχνολογία του εξασφαλίζει ελεύθερο χρόνο.

Με την Ραμόνα νομίζω έχει την καλύτερη χημεία από όλες όσες γυναίκες έχουν αναφερθεί. Και κυρίως στο σεξ! Η Ραμόνα τον απελευθερώνει. Τον κάνει να αισθάνεται χαλαρός σε αντίθεση ειδικά με τη Σόνο η οποία μάλλον τον πίεζε! Θα έλεγα πως ο Χέρτσογκ αναζητά ένα κομμάτι του εαυτού του και μέσα από τις σχέσεις του με τις γυναίκες. Χιλιάδες σκέψεις περνάν συνεχώς από το μυαλό του γιαυτό έχει και την ανάγκη να γράφει τις επιστολές του ασταμάτητα.

Τέλος, τη Ραμόνα την συμπάθησα σαν χαρακτήρα. Φαίνεται να ενδιαφέρεται για τον Μόουζες και να κάνει ό,τι αισθάνεται κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο να το βρούμε. Βέβαια ο Μόουζες σκέφτεται γάμο, αλλά νομίζω αν το κάνει θα την χάσει κι αυτή...
 
Καλησπέρα και από εμένα.
Συμφωνώ με όλους τους προλαλήσαντες.

Η Μαντλέν πολύ τον έχει επηρεάσει τον Χέρτσογκ, ενώ η Νταίζη δεν φαίνεται να του άφησε τόσο πολύ πόνο. Νομίζω ότι η Μαντλέν δολοπλοκούσε παρά πολύ και άργησε να το καταλάβει, όποτε του είναι δύσκολο να διαχειριστεί πλέον τα συναισθήματα του ως προς το πρόσωπο της.
Συμπάθησα και τη Σόνο νομίζω ή αυτή την αίσθηση έχω τώρα που τα γράφω και τα σκέφτομαι.
Η Ραμόνα πολύ μου αρέσει, έτσι όπως την περιγράφει. Έχει καταφέρει αρκετά στη ζωή της, όποτε ίσως έχει ήδη βρει τον εαυτό της και δεν πιέζει τον Χέρτσογκ. Έχουν χημεία κατά πως φαίνεται αφού μαζί της μπορεί και συζητάει τα θέματα που τον απασχολούν. Επίσης, μάλλον έχει βρει και τον τρόπο να τον ηρεμεί και σίγουρα τον φροντίζει.

Βρήκα το τραγουδι που βάζει η Ραμόνα στον Χέρτσογκ μας όταν τον καλεί σε δείπνο.
Σας το παραθέτω αν και από τα δικά μου γούστα απέχει πολύ, αλλά με βοήθησε να φτιάξω λίγο ακόμη από το χαρακτήρα της!

Port Said - Μωχάμαντ Αλ Μπακάρ

Τέλος, σας παραθέτω και το βίντεο με τον Χρουστσόφ να κοπανάει το γραφείο με το παπούτσι του. Σε αυτό αναφέρεται ο Χέρτσογκ στη σελίδα 227 και μάλιστα λέει ότι ήταν μάρτυρας στο γεγονός αυτό.
Στην αρχή είχε δημοσιοποιηθεί μια φωτογραφία προϊόν όμως επεξεργασίας όποτε για πολύ καιρό ήταν αμφιλεγόμενο αν όντως έγινε. Μετά δημοσιοποιήθηκε το παρακάτω βίντεο, όποτε και επιβεβαιώθηκε το συμβάν. Θεωρούν ότι είχε βγάλει το παπούτσι του γιατί τον στένευε, είχε παραπονεθεί νωρίτερα για αυτό. Όταν πήρε λοιπόν τον λόγο, εξοργισμένος και καθώς κρατούσε το παπούτσι στο χέρι του άρχισε να το κοπανάει.

Χρουστσόφ και παπούτσι

Αυτά από εμένα. Καλή συνέχεια :)
 
O χαρακτήρας του Χέρτζογκ είναι το πορτρέτο του αποξενωμένου Αμερικανού Εβραίου που αναζητά την ταυτότητα του, όπως τουλάχιστον το βίωνε ο Bellow όταν έγραφε το βιβλίο τη δεκαετία του 1960. Ο Χέρτσογκ εχει αποτύχει εχεδον στα πάντα. Ειναι νευρωτικός και μπερδεμένος. Δεν είναι σίγουρος για το ποιος είναι και ποιοι είναι οι στόχοι του. Οι σκέψεις του, όπως αυτές αποτυπώνονται στις επιστολές που μανιωδώς γράφει, αλλα μαλλον δεν στέλνει, ειναιι ευφυείς αλλά χαοτικές.

Εχω την εντυπωση, ότι αυτές οι επιστολες είναι μια ατελείωτη περιπλανηση για τον Χερτσογκ, μια απόπειρα να κρύφτει από τον πραγματικό του εαυτό.

“Can thought wake you from the dream of existence? No if it becomes a second, realm of confusion, another more complicated dream, the dream of intellect, the delusion of total explanation.”
Δεν μπόρεσα παρά να θaυμασω Bellow’s , ιδέα για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

“This is crude world of finery and excrement. A proud, lazy civilization that worships its boorishness. You and I were brought up in the old poverty. I don’t know how American you’ve become, since the old days of Canada – you’ve lived here a long time. But I will never worship the fat gods. Not I. “
Η Μαντλέν. Ομορφη και εξυπνη, κυριαρχική και νευρωτική. Φαινεται να ζει σε μια αυταπατη, θεωρεί ότι είναι ανώτερο άτομο, αλλά κρυβεται πισω από προστατευτικές ψευδαισθήσεις, όπως οι θρησκευτικές τελετουργίες. Δεν μπορεί να ελεγξει τα συναιθηματα της. Ο γαμος της με τον Χερτσογκ είναι μια συνεχής εναλλαγή αγάπης και μίσους, με καποια διαλλείματα μάχης. Η αλήθεια είναι ότι αποκαλύψε τις αδυναμίες του Χέρτσογκ και τις αποτυχίες του ως συζύγου, εραστή και μελετητή, Είναι αυτή η αποκάλυψη που σπρωχνει τον Χέρτσογκ σε μια προσπαθεια να αποδείξει την ανδρικότητά του με μια σειρά ερωμένων, όπως η Σονο και η Ραμόνα.

Εξωτική και αισθησιακή, η Ραμόνα προσπαθεί με το μαγείρεμα και το σεξ (όπως μάλλον θα δούμε στην συνέχεια) να δημιουργήσει μια νέα αίσθηση αυτοπεποιθησης για τον Χερτσογκ. Δεν επιδιώκει να κυριαρχλησει πάνω του όπως η Μαντλέν, αλλά τον σπρώχνει, με επιδεξιόιτητα, σε μια πιο ρεαλιστική και υλική κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Αντιπαθώ την μεχρι απελπισίας συμπάθεια που επιδικνύει στον Χερτσογκ και το δασκαλίστικο τρόπο της, αλλά ίσως να είναι αυτό που χρειάζεται ο Χέρτσογκ σε αυτή τη φάση της ζωής του. Η συνεχεια θα δείξει.
 
Last edited:
Δεν μου αρεσει, η μεχρι απελπισίας συμπαθεια που επιδικνύει στον Χερτσογκ, ουτε ο δασκαλιστικος τρόπος της, αλλά ίσως να είναι αυτό που χρειαζεται ο Χέρτσογκ. Η συνεχεια θα δείξει.
Δασκαλιστικος τροπος; Γιατι το λες αυτο Ληδα;

Βρήκα πολύ ερωτικές τις περιγραφές της σωματικής τους εγγύτητας, του ερωτικού τους παιχνιδιού, με τη Ραμόνα να κινεί τα νήματα, λεπτεπίλεπτα, ευφάνταστα, καλοπροαίρετα. Τον προειδοποιεί με την καλή της καρδιά «Έχεις σπουδαία ικανότητα για ζωή», του έλεγε. «Και είσαι ένας αξιαγάπητος άντρας. Αλλά πρέπει να προσπαθήσεις να ξεφύγεις από τη μνησικακία. Θα σε φάει στο τέλος.» Προφανώς εννοεί το ζιζάνιο της απέχθειας ή και μίσους προς τη Μαντλέν που φωλιάζει μέσα του.
Με αυτο συμφωνω. Η Ραμονα φαίνεται τρυφερή και καλη. Και κυριως πιστευει στον Μ.
 
Δασκαλιστικος τροπος; Γιατι το λες αυτο Ληδα;
H συζήτηση μεταξύ τους, όπως τουλαχιστον την κατάλαβα, ηταν μια προσπάθεια της Ραμόνας να άλλάξει τον τρόπο που ο Χέρτσογκ βλέπει και αντιμετωπίζει τη ζωή. Ακούει τα παράπονα του Χερτογκ με υπομονή, δειχνει απεριόριστη συμπάθεια, αλλά δεν κανει καμμία προσπάθεια να καταλάβει τα αίτια της συμπεριφοράς του, ούτε υποδεικνυει με καποιο τρόπο οτι μπορεί να φταίει και ο ίδιος για κάποια απο τα πράγματα που του συμβαινουν. Δεν την ενδιαφερουν όλα αυτά. Αυτό που την ενδιαφερει είναι να τον αλλαξει ή μαλλον να τον προσαρμόσει στο δικο της τρόπο σκεψης και αντιμετώπισης της ζωης. Οπότε απλά του λέει - όπως θα έκανε μια δασκάλα - αλλά με πιο επεμβατικό τροπο, κανοντας τον να νιώθει οτι ειναι πραγματικά σπουδαίος, τι πρέπει και πως πρέπει να το κανει. Οπως φαίνεται και απο το quote που εχεις κανει στο σχόλιο παραπάνω.

Αν και συμφωνώ οτι η μνησικακία μπορεί να καταστρέψει εναν άνθρωπο, ο τρόπος με τον οποίο το υποδεικνύει στο Χερτογκ είναι επιτακτικός.. Ο Χέρτσογκ φυσικά καταλαβαίνει τα κίνηρα της, αλλά ελκεται απο τον αισθησιασμό της και την επιθυμία της να τον ικανοποιησει, προσφεροντας του γευστικές και ερωτικές απολαύσεις.
 
Καλησπέρα στην ομάδα!

Στο κεφάλαιο αυτό (υπέροχο κεφάλαιο, πραγματικά) μπαίνει στο προσκήνιο η Ραμόνα, την οποία μέχρι τώρα ακούγαμε περιστασιακά, πως απλά υπάρχει κάπου μια ψυχή που νοιάζεται πραγματικά για τον Χέρτσογκ. Ενώ αυτή τον πάει πολύ, ο Χ. δεν φαίνεται να νοιώθει το ίδιο, αν και αναγνωρίζει την αξία και τα αισθήματά της.

Φαίνεται πως συναντιούνται πάντα με δική της πρωτοβουλία. έτσι και τώρα τον προσκαλεί σε δείπνο. Μέχρι που να φτάσει στο διαμέρισμά της, βλέπουμε να ξετυλίγεται μια ολόκληρη κοσμοθεωρία από το Χ. βλέποντας συλλογιζόμενος το κάθε τι καθώς ταξιδεύει. Έχει την εμπειρία του ούτω καλούμενου "Potato love", δηλαδή της απρόσωπης αγάπης προς το κάθε τι, ζωντανό ή μη, που τον περιβάλλει.

Όπως πάντα ο Χ. συνεχίζει τις επιστολές του, μια στον Πούλβερ με φιλοσοφικό περιεχόμενο, μια στη Σόνο, την Γιαπωνέζα περιστασιακή φιλενάδα του, μέχρι και στον πάλαι ποτέ διάσημο ληστή Γουίλυ Σάτον (τον έψαξα στην Wikipedia ). Γράμμα και στον Σρέντιγκερ...

Αναφέρεται και στον Χόμπερλι, ένα ανθρωπάκι που πληρώνει ακριβά τον μεγάλο του έρωτα για την Ραμόνα. Αυτή η ζωή εντέλει είναι ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι από ανθρώπινους έρωτες χωρίς ανταπόκριση... Περιγραφή ανθρώπων και συμπεριφορών που συναντά στο δρόμο του ο Χ.

Τελικά φτάνει στην Ραμόνα, η οποία τον περιμένει με κόκκινο χαλί στρωμένο: ατμόσφαιρα, εξαίσιο φαγητό, υπέροχη διακόσμηση, εξωτική μουσική, μια γυναικάρα (και έξυπνη)... Τι αποζητά πλέον η δύσκολος κ. Χ.; Βρίσκει και χρόνο να στείλει ένα sms (sic) στον Σπινόζα! Συζητούν για πολλά: την Μαντλέν, τον Βέρτζμπαχ, τον Χόμπερλι... Για τον τελευταίο η Ραμόνα είναι εντελώς αδιάφορη, τον λυπάται, αλλά δεν ξέρει και τι άλλο να κάνει. Η Ραμόνα θωπεύει τον Χ. και του εξηγεί το ενδιαφέρον της, επικαλείται την ανωτερότητά του για να τον πείσει να ανοίξει επιτέλους τα μάτια του και να σταματήσει επιτέλους τη μνησικακία ενάντια στην όποια Μαντλέν, η οποία (μνησικακία) βλάπτει πρώτιστα αυτόν. Εντέλει ο Χ. μπορεί να θέλει λίγο σπρώξιμο, αλλά εντάξει…

Φράση που μου έκανε εντύπωση: «Να δαγκώνεις, να καταπίνεις, την ίδια στιγμή να λυπάσαι την τροφή σου. Να διαθέτεις συναίσθημα. Και την ίδια στιγμή να συμπεριφέρεσαι κτηνωδώς.», «…η απροθυμία να προκαλέσεις πόνο είναι τελικά μια ακραία μορφή, μια εύγευστη μορφή αισθησιασμού, και ότι αυξάνουμε τη χλιδή του πόνου με ενέσεις ηθικού πάθους.»

Καλό βράδυ σε όλους/όλες!
 

Πεταλούδα

Θαλασσογέννητη Ελπίδα των Ηλιόμορφων Ονείρων
Προσωπικό λέσχης
Αυτό το διάστημα με διάφορες ασχολίες να τρέχουν, δεν κατάφερα να είμαι συνεπής στο πρόγραμμα της συνανάγνωσης. Σε αυτό συμβάλει επίσης και το γεγονός ότι το βιβλίο το νιώθω κάπως βαρύ για τα αναγνωστικά μου γούστα.

Η γραφή του συγγραφέα είναι ρεαλιστική στην καταγραφή των γεγονότων και των περιγραφών, ενώ ότι αφορά τα συναισθήματα, μας τα παρουσιάζει μέσα από ένα φιλοσοφικό πρίσμα. Η ροή του βιβλίου κατευθύνεται από τις σκέψεις του Χέρτσογκ και με τα χρονικά πήγαινε - έλα, από την μία μαθαίνουμε τα πραγματικά γεγονότα της ζωής του που αφορούν το παρελθόν και το παρόν, και από την άλλη με αφορμή τις επιστολές που γράφει, μπαίνουμε σε ένα δαιδαλώδη λαβύρινθο φιλοσοφικών θεωρήσεών του γύρω από την ζωή, την πολιτική, την θρησκεία, αλλά και άλλων ενδιαφερόντων θεματικών.

Μου έχει τύχει σε αρκετές από τις αναφορές του σε φιλοσόφους να μην μπορώ να παρακολουθήσω τον ειρμό των σκέψεών του ή και τον λόγο ύπαρξής τους εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή. Έχοντας φτάσει στα μισά του βιβλίου, κατάλαβα ότι οι επιστολές είναι ένας τρόπος να μπούμε στην ψυχοσύνθεση του Χέρτσογκ, αλλά και να τον δούμε ως άτομο μέσα σε ένα σύνολο καταστάσεων της ζωής.
Και σε αυτό το σημείο νιώθω ότι δεν μπορώ εύκολα να τον παρακολουθήσω. Από την μια γιατί δεν υπάρχει πάντα αντίκρισμα της θεωρίας που αναπτύσσει με κάποιο γεγονός, αλλά με μια αφορμή ξετυλίγει πραγματικά ενδιαφέρουσες απόψεις. Και από την άλλη κάποιες σελίδες συμπυκνωμένων φιλοσοφικών αναλύσεων, προσωπικά θα ήθελα μια βδομάδα να ασχοληθώ μόνο με αυτές. Συνεχίζω όμως την ανάγνωση γιατί με ενδιαφέρει να μάθω την συνέχεια της ιστορίας του Χέρτσογκ, αλλά δεν μπορώ να παρακολουθήσω στο βαθμό που θα ήθελα τους φιλοσοφικούς ειρμούς του.

Όσα μας παρουσιάζονται, χαρακτήρες και περιστατικά, είναι από την μεριά του Χέρτσογκ και έχω την αίσθηση ότι αντικατοπτρίζουν τις αλήθειες του μέσα στον χρόνο, τις στιγμές δηλαδή που τις ζει. Το βιβλίο ξεκίνησε με έναν πρωταγωνιστή σε κατάσταση ημιπαράνοιας και με σκέψεις θολές από την διαστρέβλωση του πόνου. Η σχέση του με την πρώτη του γυναίκα αναφέρεται ελάχιστα, γιατί είναι ένα ζήτημα που έχει λυθεί μέσα του, αυτό το διάστημα όμως τον καίνε ο χωρισμός του με την Μαντλέν και η σχέση του με την Ραμόνα.
Όσον αφορά τον χωρισμό, όσο παίρνει χρονική απόσταση από την ζωή του, ο ίδιος γίνεται πιο συγκροτημένος και με λιγότερα ξεσπάσματα. Και σε συνάρτηση με τον έρωτα που βιώνει, καταλαγιάζει η ορμή του να γράφει επιστολές, όπως είδαμε και στο τέλος του κεφαλαίου. Όμως ακόμα δεν έχει καθαρίσει το εσωτερικό τοπίο του Χέρτσογκ, με συνέπεια σε έναν μεγάλο βαθμό η σχέση του να λειτουργεί ως γιατρικό, κάτι σαν παυσίπονο για τον πόνο. Θα ήθελα να δω την σχέση τους πως θα κυλίσει στον χρόνο και αν και πως θα διαμορφωθεί ο τρόπος που αντιμετωπίζει την Ραμόνα, γιατί οι σκέψεις του για την αποκατάστασή της που βλέπει ότι θέλει, σχετίζονται και λίγο με τα βιώματά του, μιας και με τα δύο διαζύγια που κουβαλάει και τον χωρισμό που βιώνει αυτόν τον καιρό, βρίσκεται σε φάση "φυσάω και το γιαούρτι".
 
Last edited:
αλλά δεν μπορώ να παρακολουθήσω στο βαθμό που θα ήθελα τους φιλοσοφικούς ειρμούς του.
Σε νιώθω απόλυτα Πετ!:αγκαλιά:
Δεν είναι δυνατό να παρακολουθήσεις συνεχώς σαν αναγνώστης κάθε φιλοσοφική προέκταση του Μπέλοου. Και χωρίς ενδελεχές γκουγκλάρισμα πάντως, εγώ το απολαμβάνω το βιβλίο!
 
Top