Καλημέρα σε όλους.
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω να σχολιάζω μιας και δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου όπως άλλες φορές.
Σε αυτά τα κεφάλαια αφενός κάνουμε ζουμ στη Μαντλέν, τον χαρακτήρα της και τη σχέση της με τον Χέρτσογκ και αφετέρου μπαίνουμε μέσα στους κόλπους της οικογένειας του Χ. σε μια φοβερή αναπόληση που κάνει ο ίδιος, μια βουτιά στην οικογενειακή του ιστορία που σκεφτόμουν έντονα ότι έχει τη στόφα του μαγικού ρεαλισμού.
Μου άρεσαν τόσο πολύ αυτά τα κεφάλαια! Εγώ προσωπικά, προσπάθησα να αφεθώ στη διήγηση, να χαλαρώσω και να αφουγκραστώ και το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Πρώτα απ'όλα φαίνεται καθαρά πόσο επιδραστική ήταν η Μαντλέν στον Χ., μάλλον η σχέση που τον σημάδεψε περισσότερο καθώς κλωθογυρίζει πολύ γύρω από αυτήν. Η Μαντλέν, μια όμορφη, ελκυστική γυναίκα, φιλόδοξη, δυναμική, δε χαρίζει κάστανα. Επίσης, μας βγήκε και πολύ του καθολικισμού, πολύ θρήσκα. Η σχέση τους αρκετά ανταγωνιστική. Ο Χ. αναφέρει στην επιστολή του προς τον δόκτωρα Έντβιγκ (στην προηγούμενη "ύλη"): "Σ'το είπα πως είναι εξαιρετική περίπτωση. Είναι πανέξυπνη, πουτάνα, αληθινός μπελάς." Ο Χ. ταξιδεύει στον φίλο του Σαντόρ, προσπαθεί να πιαστεί από τις σχέσεις του, ο οποίος του λέει μια αλήθεια: "Επειδή είσαι διανοούμενος και παντρεύτηκες μια διανοούμενη γκόμενα. Μέσα σε κάθε κουλτουριάρη υπάρχει κι ένας χαζομαλάκας. Εσείς, μωρέ, δεν μπορείτε να δώσετε απαντήσεις στα δικά σας ερωτήματα. Ωστόσο υπάρχει ελπίδα για την περίπτωσή σου Μόουζες." Η αίσθηση του Σαντόρ είναι ότι "είχε πεισθεί πως έκοβε το νεκρό βάρος της πλάνης από την ψυχή του Χέρτσογκ". Τα λέει πολύ όμορφα ο Μπέλοου, ό,τι και να λέμε. Χτίζει τεχνηέντως τους χαρακτήρες και μας αφήνει σιγά-σιγά να τους αναπλάσουμε μέσα μας, να φτιάξουμε τα ολογράμματά τους, να δούμε σταδιακά όλη την εικόνα, τη μεγάλη εικόνα. Ο Μόουζες έχει ένα χιούμορ που προσωπικά βρίσκω άκρως γοητευτικό, μερικές φορές γελάω μόνη μου με τις κουβέντες του. Γελάω και χαμογελάω με την εξυπνάδα και την ευφυΐα που κρύβει αυτό το χιούμορ. "Ο Σαντόρ σκεφτόταν τα παιδιά του, αυτά τα χάμστερ. Και όχι τη θυγατέρα μου που είναι φτιαγμένη από ευγενέστερο πηλό."
Σημείωσα επίσης κάτι πολύ όμορφο που μας δείχνει την ευαισθησία του ήρωά μας:
"Αλλά κυρίως συγκινήθηκε από την πράσινη διαφάνεια καθώς κοιτούσε το βραχώδη βυθό με ένα πλέγμα από χρυσές γραμμές. Αεικίνητο πάντα. Αν η ψυχή μπορούσε να παραγάγει μια αντανάκλαση τόσο λαμπρή, και τόσο έντονα γλυκιά, θα παρακαλούσε το Θεό να τον ορίσει γι'αυτή τη χρήση. Αλλά αυτό πια θα παραήταν απλοϊκό. Θα παραήταν παιδιάστικο. Στη σφαίρα της πραγματικότητας δεν υπήρχε τέτοια διαύγεια, υπήρχε αναστάτωση, οργή. Η απροσμέτρητη ανθρώπινη δραστηριότητα συνεχίζεται. Ο θάνατος παραμονεύει. Έτσι αν είσαι έστω και λίγο ευτυχισμένος, μην το δείχνεις. Και όταν μέσα σου αισθάνεσαι πληρότητα, κράτα το στόμα σου κλειστό."
Ο Μόουζες πηγαίνει να βρει παρηγοριά σε μια πρώην (?) φίλη του, τη Λίμπι η οποία είναι παντρεμένη με τον Σίσλερ. Τον καλοδέχονται πολύ εγκάρδια, όμως αυτός, τόσο ζορισμένος συναισθηματικά, δεν μπορεί να αντέξει την καλοσύνη αυτή τη στιγμή και το σκάει σαν ένα παιδί! Από την πίσω πόρτα! Επιστρέφει στο σπίτι του, στη σίγουρη φωλιά του, στη μοναξιά του.
Είναι σε σχέση με τη Ραμόνα, για την οποία δεν ξέρουμε ακόμα πολλά. Φαίνεται πως την αγαπάει, παρόλο που το έχει "σκάσει" από αυτήν κάποιες φορές.
Θα συνεχίσω με σχόλια για το κεφάλαιο "οικογένεια" αργότερα, ελπίζω.
Ο Μόουζες μου είναι πια πολύ συμπαθής, ένας άνθρωπος βαθιά φιλοσοφημένος, ένας weirdo τρυφερός, αδύναμος και δυνατός ταυτόχρονα, ένας ευαίσθητος άνθρωπος παρόλο που κατά τα φαινόμενα ιδιότροπος και δύσκολος χαρακτήρας.
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω να σχολιάζω μιας και δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου όπως άλλες φορές.
Σε αυτά τα κεφάλαια αφενός κάνουμε ζουμ στη Μαντλέν, τον χαρακτήρα της και τη σχέση της με τον Χέρτσογκ και αφετέρου μπαίνουμε μέσα στους κόλπους της οικογένειας του Χ. σε μια φοβερή αναπόληση που κάνει ο ίδιος, μια βουτιά στην οικογενειακή του ιστορία που σκεφτόμουν έντονα ότι έχει τη στόφα του μαγικού ρεαλισμού.
Μου άρεσαν τόσο πολύ αυτά τα κεφάλαια! Εγώ προσωπικά, προσπάθησα να αφεθώ στη διήγηση, να χαλαρώσω και να αφουγκραστώ και το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Πρώτα απ'όλα φαίνεται καθαρά πόσο επιδραστική ήταν η Μαντλέν στον Χ., μάλλον η σχέση που τον σημάδεψε περισσότερο καθώς κλωθογυρίζει πολύ γύρω από αυτήν. Η Μαντλέν, μια όμορφη, ελκυστική γυναίκα, φιλόδοξη, δυναμική, δε χαρίζει κάστανα. Επίσης, μας βγήκε και πολύ του καθολικισμού, πολύ θρήσκα. Η σχέση τους αρκετά ανταγωνιστική. Ο Χ. αναφέρει στην επιστολή του προς τον δόκτωρα Έντβιγκ (στην προηγούμενη "ύλη"): "Σ'το είπα πως είναι εξαιρετική περίπτωση. Είναι πανέξυπνη, πουτάνα, αληθινός μπελάς." Ο Χ. ταξιδεύει στον φίλο του Σαντόρ, προσπαθεί να πιαστεί από τις σχέσεις του, ο οποίος του λέει μια αλήθεια: "Επειδή είσαι διανοούμενος και παντρεύτηκες μια διανοούμενη γκόμενα. Μέσα σε κάθε κουλτουριάρη υπάρχει κι ένας χαζομαλάκας. Εσείς, μωρέ, δεν μπορείτε να δώσετε απαντήσεις στα δικά σας ερωτήματα. Ωστόσο υπάρχει ελπίδα για την περίπτωσή σου Μόουζες." Η αίσθηση του Σαντόρ είναι ότι "είχε πεισθεί πως έκοβε το νεκρό βάρος της πλάνης από την ψυχή του Χέρτσογκ". Τα λέει πολύ όμορφα ο Μπέλοου, ό,τι και να λέμε. Χτίζει τεχνηέντως τους χαρακτήρες και μας αφήνει σιγά-σιγά να τους αναπλάσουμε μέσα μας, να φτιάξουμε τα ολογράμματά τους, να δούμε σταδιακά όλη την εικόνα, τη μεγάλη εικόνα. Ο Μόουζες έχει ένα χιούμορ που προσωπικά βρίσκω άκρως γοητευτικό, μερικές φορές γελάω μόνη μου με τις κουβέντες του. Γελάω και χαμογελάω με την εξυπνάδα και την ευφυΐα που κρύβει αυτό το χιούμορ. "Ο Σαντόρ σκεφτόταν τα παιδιά του, αυτά τα χάμστερ. Και όχι τη θυγατέρα μου που είναι φτιαγμένη από ευγενέστερο πηλό."
Σημείωσα επίσης κάτι πολύ όμορφο που μας δείχνει την ευαισθησία του ήρωά μας:
"Αλλά κυρίως συγκινήθηκε από την πράσινη διαφάνεια καθώς κοιτούσε το βραχώδη βυθό με ένα πλέγμα από χρυσές γραμμές. Αεικίνητο πάντα. Αν η ψυχή μπορούσε να παραγάγει μια αντανάκλαση τόσο λαμπρή, και τόσο έντονα γλυκιά, θα παρακαλούσε το Θεό να τον ορίσει γι'αυτή τη χρήση. Αλλά αυτό πια θα παραήταν απλοϊκό. Θα παραήταν παιδιάστικο. Στη σφαίρα της πραγματικότητας δεν υπήρχε τέτοια διαύγεια, υπήρχε αναστάτωση, οργή. Η απροσμέτρητη ανθρώπινη δραστηριότητα συνεχίζεται. Ο θάνατος παραμονεύει. Έτσι αν είσαι έστω και λίγο ευτυχισμένος, μην το δείχνεις. Και όταν μέσα σου αισθάνεσαι πληρότητα, κράτα το στόμα σου κλειστό."
Ο Μόουζες πηγαίνει να βρει παρηγοριά σε μια πρώην (?) φίλη του, τη Λίμπι η οποία είναι παντρεμένη με τον Σίσλερ. Τον καλοδέχονται πολύ εγκάρδια, όμως αυτός, τόσο ζορισμένος συναισθηματικά, δεν μπορεί να αντέξει την καλοσύνη αυτή τη στιγμή και το σκάει σαν ένα παιδί! Από την πίσω πόρτα! Επιστρέφει στο σπίτι του, στη σίγουρη φωλιά του, στη μοναξιά του.
Είναι σε σχέση με τη Ραμόνα, για την οποία δεν ξέρουμε ακόμα πολλά. Φαίνεται πως την αγαπάει, παρόλο που το έχει "σκάσει" από αυτήν κάποιες φορές.
Θα συνεχίσω με σχόλια για το κεφάλαιο "οικογένεια" αργότερα, ελπίζω.
Ο Μόουζες μου είναι πια πολύ συμπαθής, ένας άνθρωπος βαθιά φιλοσοφημένος, ένας weirdo τρυφερός, αδύναμος και δυνατός ταυτόχρονα, ένας ευαίσθητος άνθρωπος παρόλο που κατά τα φαινόμενα ιδιότροπος και δύσκολος χαρακτήρας.
Last edited: