“Φίλε μου Αδριανέ!.. Ένας σταυραδερφός! Είναι άλλο πράγμα!...Κάτι που ίσως να μην υπάρχει.... Ένας σταυραδερφός γίνεται μόνος του, δεν τον κάνει κάποιος άλλος, και γι’ αυτό η αγάπη του είναι μεγάλη, ανιδιοτελής, μας ζεσταίνει την καρδιά! Γιατί βλέπεις, όταν προσφέρουμε υπηρεσίες, είναι εύκολο να μας αγαπάνε. Αλλά, να που έφτασα σήμερα να αναρωτιέμαι: μπορεί κάποιος από μόνος του να αγαπήσει πολύ;”
Από το “Κοντίν” του Παναΐτ Ιστράτι.
“Από όλα τα αισθήματα που ο Πλάστης φύτεψε στην καρδιά μας, ή φιλία είναι αυτό που μπορούμε καλύτερα να εξηγήσουμε και το μόνο που κάνει τον άνθρωπο να ξεχωρίζει από τα ζώα, με μόνη εξαίρεση το σκύλο, μια και το ζώο αυτό έχει το χάρισμα της ανυστερόβουλης αγάπης σε τέτοιο βαθμό ανεπτυγμένο που φθάνει μέχρι τη θυσία, μέχρι του σημείου να μην μπορεί να επιζήσει, καμιά φορά, μετά το θάνατο του κυρίου του.
Αγαπάμε τους γονείς μας γιατί είναι γονείς μας και τους απογόνους μας γιατί είναι απόγονοί μας. "Αγαπάμε ακόμη τους αδελφούς και τις αδελφές μας γιατί είναι τ' αδέλφια μας. Μια γυναίκα, την αγαπάμε και μας αγαπάει, μετά από μια ορισμένη ηλικία – Θεέ μου! ξέρεις καλύτερα από μας το γιατί. Κι όλες αυτές τις αγάπες, τις αφήνουμε κάποια μέρα απότομα, όταν δεν υπάρχουν πια λόγοι που να μας αναγκάζουν να τη συνεχίσουμε.
Και τα ζώα δε διαφέρουν πολύ στο σημείο αυτό. Δεν υπάρχει, λοιπόν, λόγος να υπερηφανευόμαστε. Όμως τι μας κάνει ν' αγαπάμε έναν άνθρωπο, έναν άγνωστο – ένα ξένο καμιά φορά, με τον οποίο δεν καταφέρνουμε καν να συνεννοηθούμε. Γιατί τον αγαπάμε τόσο που καμιά φορά δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτόν; - κοιτάζετε τα μάτια του, που είναι όμοια με τα δικά σας, και μέσα εκεί διακρίνετε τις ατέλειωτες επιθυμίες σας. Το πρόσωπό του, που λάμπει, και θέλετε να το κρατήσετε για πολύ μέσα στα χέρια σας, και πάνω στα δικά του χέρια, που ξεκουράζονται καμιά φορά πάνω σ' ένα τραπέζι, σαν τα πόδια ενός καλού σκύλου, μετά βίας αντιστέκεστε στην επιθυμία να ακουμπήσετε το μάγουλό σας, το μέτωπό σας που καίει, γιατί ή αγάπη αυτή είναι σαν φλόγα, η μόνη φλόγα που αντιστέκεται στις μπόρες της ζωής, ή μόνη που τρέφεται μ' ένα λάδι που ο Θεός δημιούργησε χωρίς να σκεφτεί διόλου «το κακό».
Η φιλία αυτή συναντιέται μόνο μία φορά στη ζωή, και συμβαίνει από την πρώτη στιγμή ή ποτέ. Όποιος τη γνώρισε άγγιξε το απόλυτο: ή ζωή μπορεί να την ποτίζει με το φαρμάκι της όσο θέλει, θα παραμείνει καλή. Και ο δυστυχής που δεν την γνώρισε, δηλαδή που δεν στάθηκε ικανός να τη γνωρίσει, θα ξαναγυρίζει εδώ κάτω μέχρι ή καρδιά του να καεί απ' αυτήν - και τότε μόνον θα πάρει τη θέση της στην αιώνια ζωή, ή στην αιώνια ανυπαρξία ”
Από το “Ο Μιχαήλ” του ίδιου συγγραφέα.